Ακριβώς όπως η συνολική οικονομική στρατηγική του Ντόναλντ Τραμπ βασίζεται στη νοσταλγία για μια άλλη εποχή, οι ενεργειακές πολιτικές του με επίκεντρο τα ορυκτά καύσιμα αντιπροσωπεύουν μια δονκιχωτική προσπάθεια να αντιστραφεί η Ιστορία.

Το δυσμενές αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου θα έχει τεράστιο αντίκτυπο τόσο στη χώρα όσο και στον κόσμο, και κυρίως στις προσπάθειες για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.

Νωρίτερα φέτος, ο Τραμπ φέρεται να ζήτησε από στελέχη της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων να συνεισφέρουν με ένα δισεκατομμύριο δολάρια στην προεκλογική του εκστρατεία, υποσχόμενος με τη σειρά του να ανακαλέσει τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς, να επιταχύνει τις εγκρίσεις και τις μισθώσεις για νέες εξορύξεις, και να διατηρεί ή να ενισχύει τα φορολογικά οφέλη που απολαμβάνει η βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ακόμη και αν ο Τραμπ δεν είναι ένας αμετανόητος  αρνητής της κλιματικής αλλαγής, ανήκει πάντως σε μια ευρύτερη σχολή πολιτικών που δεν πιστεύουν ότι πρέπει να ανησυχούμε. Το όραμά του για το «Making America Great Again» είναι να κάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες έναν ακόμη περισσότερο ρυπογόνο και μεγαλύτερο παραγωγό ορυκτών καυσίμων, μια ακόμη μεγαλύτερη ουρά πίσω από την Ευρώπη και μεγάλο μέρος του υπόλοιπου κόσμου.

Στην αντίπερα όχθη, επιστήμη και τεχνολογία εργάζονται ενάντια στη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων. Το κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει πέσει κατακόρυφα, και, υπό κανονικές συνθήκες, αυτό θα είχε μειώσει την τιμή των ορυκτών καυσίμων. Αλλά επειδή η Ρωσία είναι τόσο μεγάλος προμηθευτής πετροχημικών, ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει στρεβλώσει την αγορά.

Μετά την επανεκλογή του, ο Τραμπ πιθανότατα θα ξεπουλήσει την Ουκρανία, ή τουλάχιστον θα κανονίσει μια προσωρινή κατάπαυση του πυρός, διευκολύνοντας έτσι μια μεγαλύτερη ροή πετρελαίου και φυσικού αερίου προς τις αγορές (των ΗΠΑ επίσης). Θέλει ακόμα να αντιστρέψει τον IRA, τον  νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ, και να εντείνει την κόντρα με την Κίνα, η οποία παράγει πολλά φωτοβολταϊκά, μπαταρίες λιθίου και άλλα κρίσιμης σημασίας προϊόντα για την απαλλαγή από τον άνθρακα. Μια σημαντική επιβράδυνση της πράσινης μετάβασης στις ΗΠΑ αποτελεί επομένως πραγματικό κίνδυνο, ακόμη και πριν εξετάσουμε την πιθανότητα ότι ο Τραμπ θα αυξήσει περαιτέρω τις ήδη μαζικές επιδοτήσεις των ΗΠΑ στα ορυκτά καύσιμα.

Η πρώτη θητεία του Τραμπ προσέφερε μια προεπισκόπηση του τι θα σήμαινε αυτό για την Αμερική και για τον υπόλοιπο κόσμο. Είναι εξάλλου ο ίδιος που ενθάρρυνε τους αρνητές της κλιματικής αλλαγής στη Βραζιλία και μια σειρά από άλλες χώρες, οδηγώντας τις ΗΠΑ να αποχωρήσουν από τη συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Στο διάστημα αυτό η πρόοδος στην παγκόσμια συνεργασία για το Κλίμα επιβραδύνθηκε σαφώς.

Οκτώ χρόνια μετά την πρώτη ανάληψη των καθηκόντων του, οι οικονομικές και ασφαλιστικές επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής έχουν γίνει ακόμη πιο ανάγλυφες. Η Ευρώπη και η Ιαπωνία φαίνονται αποφασισμένες να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους και να φορολογήσουν τις εισαγωγές από μεγάλους ρυπαντές άνθρακα, και παρόλο που ο Τραμπ πιθανότατα θα αναθεωρούσε αυτές τις πολιτικές, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ μπορούν να πάρουν κάποια παρηγοριά από το γεγονός ότι θα τους είχε επιβάλει δασμούς σε κάθε περίπτωση.

Κατά ειρωνικό τρόπο, οι συχνά διασυρόμενες πολυεθνικές θα μπορούσαν τώρα να διαδραματίσουν ένα κρίσιμο ρόλο στη διατήρηση της πράσινης μετάβασης. Οι επικεφαλής αυτών των εταιρειών αναγνωρίζουν την πραγματικότητα της κλιματικής αλλαγής και γνωρίζουν ότι πρέπει να λειτουργούν με πολλαπλές δικαιοδοσίες. Εάν δεν ενταχθούν στην ευρύτερη πράσινη μετάβαση, θα χάσουν τώρα, και ακόμη περισσότερο στο μέλλον.

Ακόμη και εντός της Αμερικής, τα μεγαλύτερα και πιο σημαντικά κράτη έχουν ήδη ψηφίσει νομοθεσία που ωθεί τις επιχειρήσεις να απεξαρτήσουν τις δραστηριότητές τους από τον άνθρακα και να μειώσουν τα ανθρακικά τους αποτυπώματα. Αυτό σημαίνει ότι οι μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε πολλά κράτη θα επιδιώξουν να υιοθετήσουν περαιτέρω πράσινες τεχνολογίες και επιχειρηματικές πρακτικές – για τους ίδιους λόγους που θα το επιδιώξουν και οι πολυεθνικές.

Ναι, θα υπάρξουν επιθετικές προσπάθειες από ορισμένες εταιρείες ορυκτών καυσίμων να απαλλαγούν από αυτούς τους κανονισμούς. Αλλά θα υπάρξουν επίσης ισχυρότερες προσπάθειες της κοινωνίας των πολιτών, μεταξύ άλλων μέσω των δικαστηρίων, για να καταστήσουν τις εταιρείες υπόλογες για τη ζημιά που έχουν προκαλέσει. Οι έξυπνοι επιχειρηματίες  θα αναγνωρίσουν την ανοησία της αντίστασης στο αναπόφευκτο. Ακόμη και στη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου, ορισμένες εταιρείες αλλάζουν ήδη το επιχειρηματικό τους μοντέλο για να εγκαταλείψουν σταδιακά τα ορυκτά καύσιμα και να επενδύσουν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Έτσι, η παγκόσμια πολιτική, η επιστήμη, η τεχνολογία, η υγιής επιχειρηματικότητα και το ίδιο το Κλίμα μπορούν να αντισταθμίσουν την αγάπη του Τραμπ για τα ορυκτά καύσιμα. Πριν από τέσσερις δεκαετίες, πολλοί υπέθεσαν ότι οι τροπικές χώρες θα επωμίζονταν όλο το βάρος του κόστους, λόγω των ήδη υψηλών θερμοκρασιών τους. Πράγματι επηρεάζονται, με κάποιες να αντιμετωπίζουν ερημοποίηση και άλλες να είναι έτοιμες να γίνουν ακατοίκητες. Αλλά δεν είναι καθόλου μόνες. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη υποστεί τεράστιες ζημιές και μέχρι το τέλος του αιώνα οι απώλειες αυτές εκτιμάται ότι θα φτάνουν περίπου το 14% του ΑΕΠ ετησίως.

Επομένως είναι πολύ πιο λογικό να κάνουμε ό,τι μπορούμε τώρα για να περιορίσουμε αυτή τη ζημιά παρά να κάνουμε τα ίδια μπαλώματα χρόνο με το χρόνο. Πριν από τέσσερις δεκαετίες πιστεύαμε ότι το κόστος της καταπολέμησης της Κλιματικής Αλλαγής θα ήταν πολύ υψηλό. Αλλά οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η εμφάνιση άλλων νέων τεχνολογιών δικτύου και αποθήκευσης έχουν αλλάξει τα πάντα. Το κόστος των ΑΠΕ είναι χαμηλό και μειώνεται, και θα ήταν ακόμη χαμηλότερο και θα έπεφτε ταχύτερα αν υπήρχε μεγαλύτερη δημόσια δέσμευση για την πράσινη μετάβαση και τις επενδύσεις που απαιτεί.

Μην γελιέστε: θα υπάρξει μια πράσινη μετάβαση. Τα μόνα ερωτήματα είναι το πόσο γρήγορα θα προχωρήσει, και πόση ζημιά θα γίνει αν καθυστερήσει. Ο Τραμπ θα επιχειρήσει να ρίξει ένα δόλωμα στην όλη διαδικασία. Θέλει την υποστήριξη της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων και η βιομηχανία θα θεωρήσει τις συνεισφορές στην εκστρατεία του ως επένδυση υψηλής απόδοσης. Ένα Κογκρέσο που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους θα έκανε, φυσικά, ό,τι λέει ο Τραμπ.

Μια τάση υπέρ των ορυκτών καυσίμων θα διευκόλυνε τις σχετικές επενδύσεις, αλλά δεδομένου ότι αυτές έχουν μεγάλο χρονικό ορίζοντα, πολλά από τα χρήματα θα γίνουν εγκλωβισμένα περιουσιακά στοιχεία. Έτσι, οι Αμερικανοί φορολογούμενοι μπορεί να καταλήξουν να πληρώσουν τρεις φορές για την γκάφα. Εκτός από τις άμεσες και κρυφές επιδοτήσεις κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Τραμπ και την άμεση και κρυφή αποζημίωση για τα εγκλωβισμένα περιουσιακά στοιχεία κάποια στιγμή στο μέλλον, θα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν τις ενεργειακές ελλείψεις που θα προκύψουν και την κλιματική ανασφάλεια.

Ο Joseph E Stiglitz, βραβευμένος με Νόμπελ Οικονομίας και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, είναι πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων των ΗΠΑ και συμπρόεδρος της Επιτροπής Υψηλού Επιπέδου για τις Τιμές Άνθρακα. Είναι επίσης μέλος της Ανεξάρτητης Επιτροπής για τη Μεταρρύθμιση της Διεθνούς Φορολογίας Εταιρειών.