Η κρίση είναι εδώ. Η κλιματική αλλαγή «συμβαίνει πολύ πιο γρήγορα από το αναμενόμενο», σύμφωνα με τον πρόεδρο της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) Jim Skea από το Imperial College του Λονδίνου. Και τον περασμένο Οκτώβριο, μια ομάδα κορυφαίων επιστημόνων για το κλίμα, με επικεφαλής τον οικολόγο William Ripple του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Όρεγκον, προειδοποίησε ότι το κλιματικό σύστημα «εισέρχεται σε αχαρτογράφητα νερά» και ότι «τα σημεία ανατροπής πλησιάζουν πιο γρήγορα από το αναμενόμενο».
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) ενημέρωσε τον Σεπτέμβριο ότι η επίτευξη του στόχου του περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη στον 1,5 βαθμό Κελσίου σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν νέα έργα εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου ούτε ανθρακωρυχεία από εδώ και στο εξής.
Όμως, σήμερα ακόμα πανίσχυρες δυνάμεις συστρατεύονται ενάντια στη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, που προήδρευσαν του COP28 υποστηρίζοντας μια πολύ πιο ασαφή δέσμευση για «σταδιακή κατάργηση» των ορυκτών καυσίμων.
Πού βρίσκονται λοιπόν οι «βόμβες άνθρακα» που πρέπει να εξουδετερωθούν;
Μια μελέτη με επικεφαλής τον Kjell Kühne από το Πανεπιστήμιο του Leeds εντόπισε πέρυσι 425 εν ενεργεία έργα εξόρυξης ορυκτών καυσίμων σε όλο τον κόσμο, τόσο μεγάλα σε αποθέματα που το καθένα θα μπορούσε να προκαλέσει την έκλυση πάνω από ένα δισεκατομμυρίου τόνων CO2. Ο Kuhne, ο οποίος είναι επίσης διευθυντής της οργάνωσης Leave it in the Ground Initiative, διαπίστωσε ότι τα τρία τέταρτα των έργων αυτών προέρχονται από μόνο 10 χώρες.
Προηγείται η Κίνα με 141 «βόμβες άνθρακα», στη μεγάλη πλειονότητά τους ανθρακωρυχεία, 48 από τα οποία εκκρεμούν να λειτουργήσουν από το 2020. Ακολουθούν η Ρωσία με 41 έργα – άνθρακα, φυσικού αερίου και πετρελαίου από τα οποία τα μισά δεν είχαν ακόμη τεθεί σε λειτουργία – και οι ΗΠΑ με 28, κυρίως εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου, από τα οποία 7 δεν είχαν ξεκινήσει ακόμη. Οι υπόλοιπες είναι πετρελαιοπαραγωγές χώρες της Μέσης Ανατολής, το Ιράν, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και το Ιράκ, η Αυστραλία, σημαντικός προμηθευτής άνθρακα προς την Κίνα, η Ινδία και ο Καναδάς.
Από τα τρία κύρια ορυκτά καύσιμα, η καύση άνθρακα παράγει σχετικά τη λιγότερη ενέργεια ανά τόνο εκπεμπόμενου άνθρακα. Επομένως, η απαγόρευση λειτουργίας νέων ανθρακωρυχείων θα πρέπει να είναι η πρώτη παγκόσμια προτεραιότητα. Ωστόσο, μια νέα μελέτη που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο 2023 από τη γερμανική ΜΚΟ Urgewald διαπίστωσε ότι 31 χώρες εξακολουθούν προγραμματίζουν νέα ανθρακωρυχεία, αρκετά για να αυξήσουν την παγκόσμια παραγωγή άνθρακα και συνεπώς τις εκπομπές CO2 κατά 35%.
Όσον αφορά το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, και εδώ η τάση είναι αυξητική χωρίς σημάδια υποχώρησης. Το πετρελαϊκό κοίτασμα Ghawar της Σαουδικής Αραβίας παράγει από το 1951, αλλά εξακολουθεί να διαθέτει αρκετά αποθέματα ώστε να διατηρήσει την τρέχουσα παραγωγή του ως το 2050 ή και αργότερα. Και σίγουρα αυτό δεν είναι το μεγαλύτερο απόθεμα ορυκτών καυσίμων στον πλανήτη. Δύο νέα μεγάλα έργα για την αύξηση της παραγωγής φυσικού αερίου της Ghawar αναμένεται να τεθούν σε πλήρη λειτουργία άμεσα.
Οι ΗΠΑ είναι προς το παρόν ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στον κόσμο και είναι πιθανό να διατηρήσουν την πρώτη θέση σύμφωνα με ανάλυση των μελλοντικών σχεδίων εξόρυξης από την οργάνωση Oil Change International με έδρα την Ουάσιγκτον. Η μελέτη διαπίστωσε ότι περισσότερο από το ένα τρίτο της σχεδιαζόμενης αύξησης παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου παγκοσμίως έως το 2050 ανήκει τις ΗΠΑ, με πιθανές εκπομπές 72,5 δισεκατομμυρίων τόνων CO2.
Μεγάλο μέρος της παραγωγής αυτής θα προορίζεται για εξαγωγή. Οι ΗΠΑ είναι ήδη ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο και τον Οκτώβριο η κυβέρνηση Biden φέρεται να ήταν έτοιμη να την αυξήσει περαιτέρω, δίνοντας έγκριση για έναν από τους μεγαλύτερους κόμβους εξαγωγής φυσικού αερίου στον κόσμο. Το έργο των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην ακτή της Λουιζιάνα θα συνδεθεί με αγωγούς με το Τέξας και ακόμα παραπέρα.
Πολλές εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου σκοπεύουν να ενισχύσουν την παραγωγή τους, αλλά να βελτιώσουν παράλληλα και την περιβαλλοντική τους εικόνα. Αυτό θα απαιτήσει ικανότητες ταχυδακτυλουργικές… Όταν λένε ότι δεσμεύονται για net zero έως το 2050 εννοούν μόνο τις εκπομπές από τις δραστηριότητές τους — όχι από την καύση των προϊόντων τους.
Σε πολλές περιπτώσεις, σχεδιάζουν να αυξήσουν την παραγωγή τους, όπως η ADNOC, εταιρεία του σεΐχη Al Jaber, που θα αυξήσει την παραγωγή της κατά 25% έως το 2027.
Ορισμένες εταιρείες ορυκτών καυσίμων ποντάρουν στην τεχνολογία ως από μηχανής θεό. Ισχυρίζονται ότι θα πρέπει να τις αφήσουν να συνεχίσουν να αυξάνουν την παραγωγή τους μέχρις ότου οι πελάτες τους βρουν τα κατάλληλα μέσα για να δεσμεύουν τις εκπομπές CO2.
Η συζήτηση για την μελλοντική δέσμευση των εκπομπών είναι μια φτηνή δικαιολογία για να μείνουμε στο μεταξύ κολλημένοι στα ορυκτά καύσιμα. Και είναι και επικίνδυνη γιατί η τεχνολογία έχει πολύ δρόμο μπροστά της. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας ΙΕΑ εκτιμά ότι οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα παγιδεύουν μόνο 45 εκατομμύρια τόνους CO2 ετησίως, λίγο περισσότερο από το ένα χιλιοστό των σημερινών εκπομπών.
Η σταδιακή μείωση και τελική εξάλειψη των εκπομπών από την καύση ορυκτών καυσίμων είναι το μόνο αξιόπιστο μέσο για τον περιορισμό της ραγδαίας αύξησης των εκπομπών CO2 τις επόμενες δεκαετίες.
Ο ατμοσφαιρικός θερμοστάτης του πλανήτη ρυθμίζεται από το CO2, όχι τα δολάρια. Για να ελέγξουμε τον θερμοστάτη αυτό θα πρέπει να σταματήσουμε την «αιμορραγία» όλο και περισσότερου διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Και θα απαιτήσει την πλήρη κατάργηση των ορυκτών καυσίμων — αρχής γενομένης από την απαγόρευση της λειτουργίας νέων κοιτασμάτων.
Πηγή: Yale Environment 360, του Fred Pearce