Μετρώντας τις απώλειες της κλιματικής ανωμαλίας
Το μόνο ερώτημα, λένε οι επιστήμονες, είναι το πότε τελικά οι συναγερμοί θα είναι αρκετά δυνατοί για να κάνουν τους ανθρώπους να ξυπνήσουν.

Δρ Φυσικών Επιστημών, τ.διευθυντής Νέας Οικολογίας, τ.διευθυντής Greenpeace, τ.υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ, τ.συνεργάτης ΕΡΤ, αρθρογράφος (ΒΗΜΑ, ΝΕΑ, Athens Voice) δοκιμιογράφος και συγγραφέας. Βιβλία μεταξύ άλλων: Παράθυρο στην Κρίση (Μεταίχμιο), το Δίλημμα της Πεταλούδας (Ακαδημία Αθηνών), η Καταγωγή του Φωτός (Αλεξάνδρεια). Σήμερα είναι σύμβουλος τοπικής ανάπτυξης.
Το μόνο ερώτημα, λένε οι επιστήμονες, είναι το πότε τελικά οι συναγερμοί θα είναι αρκετά δυνατοί για να κάνουν τους ανθρώπους να ξυπνήσουν.
Συνέντευξη με τον Αριστοτέλη Παπαγεωργίου Καθηγητή Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.
Τα σκουπίδια δεν είναι μόνο θέμα αισθητικής και καθαριότητας. Δεν είναι μόνο απώλεια – λόγω της σύνθεσής τους – πολύτιμων πρώτων υλών. Δεν είναι μόνο ο πιο επιβαρυντικός παράγοντας για την υγεία των ωκεανών. Σε όλα τα παραπάνω και πολλά άλλα, ήρθε να προστεθεί και η μεγάλη ευθύνη τους (περίπου 10%) στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Δυστυχώς περάσανε δεκαετίες με ημίμετρα. Το πρόβλημα σε χώρες όπως η Ελλάδα, δεν είναι, όπως ίσως νομίζουν οι περισσότεροι, πρόβλημα τεχνικό και τεχνολογικό. Είναι κυρίως μέρος της μεταρρύθμισης στην αυτοδιοίκηση, η οποία κάθε τόσο δειλώς εξαγγέλλεται και ποτέ δεν πραγματοποιείται.
Η επαναφορά της συζήτησης και των κινητοποιήσεων για την «μη ιδιωτικοποίηση του νερού» με αφορμή κάποια δευτερεύουσα κυβερνητική πράξη (δημιουργία ρυθμιστικής αρχής) επιβεβαιώνει ότι τα κίνητρα των υποκινητών είναι προσχηματικώς περιβαλλοντικά και αποκαλύπτουν έλλειψη σοβαρών αντιπολιτευτικών ζητημάτων.
Το Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), ως η μοναδική ολοκληρωμένη εφαρμογή μεγάλης κλίμακας στη χώρα, θα μπορούσε να είναι ένα Ανοιχτό Πανεπιστήμιο για την Αειφορία στην Πράξη. Μπορεί να εξομοιωθεί με έναν «ζωντανό οργανισμό» που πρέπει να τραφεί και να ζήσει, όχι όμως σε βάρος του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων.
Οι επιστημονικές και κατ’ επέκταση πολιτικές αντιπαραθέσεις σχετικά με την έκταση και την προέλευση της κλιματικής κρίσης μπορεί να συντείνουν σε μια παραγωγική συζήτηση, αρκεί να μην οδηγούν στην αδράνεια. Τα λάθη επίσης – σε ένα τόσο πολύπλοκο κόσμο – επιτρέπονται. Όσοι όμως θέλουν την απόλυτη βεβαιότητα διάλεξαν απλώς λάθος λεωφορείο.
Ταξιδεύοντας κανείς στην Ελλάδα, αλλά πλέον και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, σε μια καθαρή μέρα, είναι όλο και πιο πιθανό να διασταυρωθεί με μια μικρότερη ή μεγαλύτερη μονάδα φωτοβολταϊκών πάνελς που αστράφτουν στον ήλιο. Για τον πολύ κόσμο αυτό είναι ένα θετικό σημάδι, όπως άλλωστε δείχνουν και οι περισσότερες έρευνες κοινής γνώμης: οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι η προτιμώμενη διέξοδος (για τους πολίτες της ΕΕ) από την κλιματική κρίση, και είναι κάτι που πρέπει να συνεχισθεί.
«Η παραγωγή ενέργειας μέσω της πυρηνικής σύντηξης που επετεύχθη στο εργαστήριο» και πήρε μεγάλες διστάσεις στα media, «αυτή τη στιγμή αρκεί για να δουλέψουν περίπου 10 ηλεκτρικοί βραστήρες με νερό...» δήλωσε στο Reuters ο Tony Roulstone, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, κόντρα στη μεγάλη αισιοδοξία που γέννησε το σχετικό πρόσφατο πείραμα στο Εθνικό Εργαστήριο Lawrence Livermore της Καλιφόρνια.
Ο εμπορικός και παραγωγικός κλεφτοπόλεμος που διεξάγεται αυτή τη στιγμή γύρω από το λίθιο, το σημαντικότερο υλικό για τις νέες μπαταρίες των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, καθώς και μέρους των συστημάτων αποθήκευσης της ενέργειας των ΑΠΕ, θα μπορούσε να σημάνει την αρχή του «πολέμου για το λίθιο» αντίστοιχου με τον «πόλεμο του πετρελαίου». Μπορεί και όχι. Μπορεί δηλαδή οι ενδιαφερόμενες βιομηχανικές χώρες να τα βρουν μεταξύ τους, μέσα από έναν διεθνή καταμερισμό. Όχι στη βάση μιας τυπικής συμφωνίας, αλλά με γνώμονα το κοινό συμφέρον. Σενάριο αφελώς αισιόδοξο.
Η σχετική αισιοδοξία ορισμένων κύκλων, μετά την αναθέρμανση της συζήτησης για την πυρηνική ενέργεια σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μετριάζεται από την δυστροπία της πραγματικότητας. Η οποία, αν δεν συμφωνεί μαζί μας, τόσο το χειρότερο γι αυτήν, λένε ήδη στη Γαλλία.
Η περιβαλλοντική διακυβέρνηση είναι εξ ορισμού υπόθεση των ολίγων, ενός στενού δηλαδή κύκλου πολιτειακών και κοινωνικών παραγόντων, οι οποίοι καλύπτουν ένα πολύ μικρό ποσοστό του τμήματος εκείνου της κοινωνίας των πολιτών που θα είχε ενδιαφέρον και συμφέρον να συμμετέχει στη διαμόρφωση του σχεδιασμού και στη λήψη αποφάσεων. Εναλλακτικά, υπάρχει και η διαδικασία του εκ των υστέρων ελέγχου. Τα όργανα όμως που θεσπίστηκαν γι’ αυτό το σκοπό, ειδικά και τακτικά δικαστήρια ή οι ψηφισμένες αρχές (π.χ. Συνθήκη του Aarhus), έχουν περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα.
Οι πολιτικές για το κλίμα εμπεριέχουν μια ιδιαίτερη μορφή περιορισμού των εξουσιών – αφού εκχωρούν δικαιοδοσίες σε υπερεθνικούς οργανισμούς – με αντανακλάσεις στον πολιτικό λόγο, στην εκπαίδευση και στα ίδια τα δικαιώματα. Δημιουργούν όμως και νέα πεδία εξουσίας.
Η κρίση με το φυσικό αέριο και ο δεκαπλασιασμός της τιμής του μπορεί να φέρει τα υπεράκτια αιολικά πάρκα στην πρώτη γραμμή. Να ανοίξει, δηλαδή, ο φάκελος που κοιμάται 12 ολόκληρα χρόνια.
Η European Hydrogen Backbone (EHB) προτείνει πέντε πιθανούς διαδρόμους εφοδιασμού υδρογόνου για την επίτευξη των επιταχυνόμενων στόχων απανθρακοποίησης της Ευρώπης ως το 2030
Παρά την μεγάλη αύξηση στην παραγωγή πράσινης ενέργειας από την Κίνα, υπάρχουν δυσοίωνες προβλέψεις που δείχνουν ότι η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα στις ασιατικές χώρες θα ενταθεί συνολικά.
Τα αποτελέσματα της Διάσκεψης COP29 δεν ήταν ούτε εξαιρετικά καλά, ούτε εντελώς καταστροφικά. Η βασική απόφαση των συνέδρων ήταν ένας νέος «συλλογικός, ποσοτικοποιημένος στόχος» για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ο οποίος θα αντικαταστήσει την ισχύουσα παγκόσμια συμφωνία για την παροχή 100 δισ δολαρίων ετησίως στα φτωχότερα κράτη προκειμένου να προσαρμοστούν.
Ενώ ο κόσμος αγωνίζεται να εξασφαλίσει πολύτιμα μέταλλα για την κατασκευή μπαταριών για ηλεκτρικά αυτοκίνητα, η Ιαπωνία φαίνεται πως έπιασε το τζάκποτ μετά την ανακάλυψη κοιτασμάτων εκατοντάδων εκατομμυρίων τόνων πολύτιμων μετάλλων.
Η Χάγη, με νόμο που ψήφισε τον Σεπτέμβριο 2024, έγινε η πρώτη πόλη στον κόσμο η οποία απαγορεύει τις διαφημίσεις που προωθούν προϊόντα ορυκτών καυσίμων, ή/ και καταστροφικές για το κλίμα υπηρεσίες.