Συγγραφέας: James Gustave Speth
Τίτλος: They Knew: The US Federal Government’s Fifty-Year Role in Causing the Climate Crisis,
Έκδοση: The MIT Press, 2021, 304 σελίδες,
ISBN-13: 978-0262542982
Αν και οι ΗΠΑ είναι μακράν η πιο προχωρημένη χώρα στον κόσμο σε ότι αφορά την επιστημονική έρευνα αλλά και την ανάπτυξη εργαλείων για την αντιμετώπιση της Κλιματικής Κρίσης οι κυβερνήσεις της έχουν δεχθεί έντονη κριτική. Στο βιβλίο του με τίτλο They Knew: The US Federal Government’s Fifty-Year Role in Causing the Climate Crisis, o James Gustave Speth, νομικός και πρώην Σύμβουλος των Αμερικανών Προέδρων Jimmy Carter και Bill Clinton, περιγράφει, με υπερβολικούς καμιά φορά χαρακτηρισμούς, τις ευθύνες και τις παλινωδίες των Αμερικανικών κυβερνήσεων, που παρά τη γνώση τους επί του θέματος, άλλοτε αδιαφόρησαν, άλλοτε υποτίμησαν τους κινδύνους και άλλοτε υποχώρησαν σε αντίπαλα συμφέροντα.
Με αφετηρία την κυβέρνηση Carter, ο Speth εξιστορεί τις διαρκείς παλινωδίες ανάμεσα στην αποδοχή και την άρνηση του φαινομένου της αύξησης του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα και της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά τη διάρκεια επτά διαδοχικών Αμερικανικών διοικήσεων.
Ο Carter είχε πλήρη επίγνωση του κινδύνου, λέει ο Speth, και αρκετοί τον θυμούνται να φορά ζακέτα σε τηλεοπτικό μήνυμά του από τον Λευκό Οίκο με τη θέρμανση ρυθμισμένη στους 20 βαθμούς Κελσίου, θέλοντας να τονίσει τη σημασία της εξοικονόμησης ενέργειας. «Ο πρόεδρος Carter, πιστεύω, ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει το θέμα της κλιματικής αλλαγής με τρόπο ουσιαστικό εάν είχε επανεκλεγεί», συμπληρώνει. Έως το τέλος της θητείας του ήταν πλέον σαφές ότι η κυβέρνηση γνώριζε τους κινδύνους και τις εναλλακτικές, αλλά οι τουλάχιστον πέντε επόμενες Αμερικανικές κυβερνήσεις συνέχισαν να αγνοούν το πρόβλημα. Η ενεργειακή πολιτική που ακολούθησαν οι ΗΠΑ τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες ήταν τουλάχιστον ανεπαρκής κατά τον συγγραφέα.
Από τη θητεία του Ronald Reagan και μετά η ιστορία επαναλαμβάνεται μονότονα. Με την εξαίρεση του Donald Trump, όλοι οι υποψήφιοι πρόεδροι κατόρθωσαν να θίξουν το ζήτημα στέλνοντας αισιόδοξα μηνύματα – τουλάχιστον στην αρχή. Τα πρώτα δύο χρόνια της θητείας του Reagan, το Υπουργείο Ενέργειας παρουσίασε σημαντικές έρευνες σχετικά με τις εκπομπές CO2 και τις πιθανές επιπτώσεις τους στο κλίμα. Στη συνέχεια, όμως, επικράτησε σιγή ασυρμάτου και παρά τις προσπάθειες των συμβούλων του (του Bill Ruckelshaus, επικεφαλής του Environmental Protection Agency, και του James Hansen, ειδικού επιστήμονα της NASA για το κλίμα) ο Reagan περιέκοψε τη χρηματοδότηση προγραμμάτων για εναλλακτικές μορφές ενέργειας, ανέτρεψε τα πρότυπα μέτρησης εκπομπών ρύπων των αυτοκινήτων, αύξησε κατακόρυφα την άντληση ορυκτών καυσίμων από υπεράκτιες γεωτρήσεις και -ακολουθώντας το παράδειγμα της καπνοβιομηχανίας- εφάρμοσε την «αρχή της αβεβαιότητας», υποστηρίζοντας ότι τα επιστημονικά ευρήματα δεν είναι αρκούντως σαφή ώστε να οδηγήσουν στη διαμόρφωση ουσιαστικών πολιτικών και στη λήψη συγκεκριμένων μέτρων.
«Αυτοί που πιστεύουν ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για το φαινόμενο του θερμοκηπίου ξεχνούν τη δύναμη του φαινομένου του Λευκού Οίκου. Εγώ σκοπεύω να κάνω κάτι για αυτό» διακήρυσσε ο George H.W. Bush ο πρεσβύτερος στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας. Στη συνέχεια, όμως, ο James Hansen τον κατηγόρησε δημοσίως ότι προσπάθησε «να λογοκρίνει την Επιστήμη» και να τον εμποδίσει να παρουσιάσει τα πραγματικά στοιχεία σχετικά με την υπερθέρμανση του πλανήτη σε μια κόντρα που προκάλεσε σάλο to 2006. Παράλληλα, ο επιτελάρχης του Bush, John Sununu, ενθάρρυνε ενεργά την υποστήριξη της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων προκειμένου να υπονομεύσει την κοινωνική συναίνεση στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής.
Θα περίμενε κανείς ότι η κυβέρνηση Clinton θα τα πήγαινε καλύτερα σε αυτά τα θέματα. Στο κάτω-κάτω είχε στη θέση του αντιπροέδρου τον Al Gore. Ο Speth παραδέχεται ότι «ο Πρόεδρος Clinton αντιλαμβανόταν πλήρως τη βαρύτητα της κλιματικής αλλαγής» και προειδοποιούσε ότι εάν δεν ληφθούν μέτρα «τα παιδιά και τα εγγόνια μας θα πληρώσουν το τίμημα». Η υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Κιότο από 190 χώρες το 1997 αύξησε τις ελπίδες για τη μείωση των εκπομπών COs, αλλά τόσο οι Ρεπουμπλικανοί όσο και οι Δημοκρατικοί Γερουσιαστές αντιτάχθηκαν σε οποιαδήποτε δέσμευση και ο Clinton αναγκάστηκε να αποσύρει τη Συμφωνία.
Η ιστορία συνεχίστηκε και επί προέδρου George W. Bush του νεότερου. Στην αρχή φάνηκε να ενστερνίζεται την ανάγκη λήψης μέτρων, αλλά στη συνέχεια η κυβέρνησή του επικεντρώθηκε στις έρευνες και την ανάπτυξη των ορυκτών καυσίμων, όχι των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ένας πρώην λομπίστας της πετρελαιοβιομηχανίας, ο Philip Cooney, τέθηκε επικεφαλής του CEQ, του Συμβουλίου για την Ποιότητα του Περιβάλλοντος. Η γνωστή, παγιωμένη τακτική συνεχίστηκε: αρχικά παραδεχόμαστε ότι η κλιματική αλλαγή συμβαίνει, αλλά ταυτόχρονα αμφισβητούμε τα επιστημονικά ευρήματα, ενώ παράλληλα υποστηρίζουμε τη βιομηχανία των ορυκτών καυσίμων.
Μιλώντας στη Διάσκεψη COP21 στο Παρίσι, ο Πρόεδρος Obama ήταν ξεκάθαρος, λέγοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες όχι μόνο αναγνωρίζουν τον ρόλο τους στη δημιουργία του προβλήματος, αλλά αναλαμβάνουν και τις ευθύνες τους, και προτίθενται να αναλάβουν δράση για την αντιμετώπισή του. Παρόλο που ο Obama αντιλαμβανόταν το πρόβλημα και δήλωνε, με την πρωτοβουλία Clean Power Plan, την πρόθεσή του να πετύχει τους στόχους της Διάσκεψης του Παρισιού, αυτά δεν ήταν αρκετά επιμένει ο Speth. Και καταλήγει ότι η πολιτική Obama για την κλιματική αλλαγή απείχε πολύ από το να είναι μια ικανοποιητική ανταπόκριση σε μια προοπτική επικίνδυνη για τις επόμενες γενιές.
Οι καταστροφικές ενέργειες της κυβέρνησης Trump καταγράφονται σχολαστικά στο βιβλίο, ενός Προέδρου που «προσπάθησε να ξεριζώσει κάθε πρωτοβουλία των προκατόχων του για την προστασία του κλίματος».
Εν τέλει, τα στοιχεία είναι συντριπτικά και δείχνουν ότι η βιομηχανία ορυκτών καυσίμων τροφοδοτεί επί δεκαετίες το σύστημα με παραπληροφόρηση, σκορπίζοντας χρήμα δεξιά κι αριστερά, προκειμένου να δυσφημήσει τους επιστήμονες, να διαφθείρει τους πολιτικούς, να παραποιήσει την αλήθεια.
Το βιβλίο μας παροτρύνει να δράσουμε, καταλήγει ο συγγραφέας, γιατί είναι πειστικό σε τρία βασικά επίπεδα:
Πρώτον, τα επιστημονικά δεδομένα είναι ξεκάθαρα και πειστικά εδώ και δεκαετίες. Η πραγματική απάτη, τα fake news, είναι η άρνηση της κλιματικής αλλαγής. Οι αρνητές έχουν πολιτικά κίνητρα που εκπορεύονται από αντικυβερνητικές ιδεολογίες, πολιτικούς τσαρλατάνους και επιχειρηματίες γυρολόγους που χειραγωγούν την κοινή γνώμη σε διάφορα θέματα, μεταξύ των οποίων και το κλίμα.
Δεύτερον, το βιβλίο αποδεικνύει ότι οι Αμερικανικές κυβερνήσεις είχαν στη διάθεσή τους ικανά στοιχεία ώστε να λάβουν μέτρα ήδη από την εποχή του Carter. Δεν το έκαναν.
Τρίτον, το βιβλίο υπογραμμίζει ότι η σωστή επιστημονική προσέγγιση από μόνη της, ακόμη και αν συνδυαστεί με τον άνετο ακτιβισμό του παρελθόντος, δεν θα οδηγήσει στα αναγκαία σημαντικά, απτά αποτελέσματα. Χρειάζεται μαζική κινητοποίηση, ισχυρή και αδυσώπητη, σε συνδυασμό με μια διαφορετική συνταγματική προσέγγιση που θα θέτει νέους όρους στον τρόπο αντιμετώπισης του ζητήματος από όλες τις κυβερνήσεις.
Το βιβλίο They Knew: The US Federal Government’s Fifty-Year Role in Causing the Climate Crisis, που κυκλοφόρησε τον Αύγουστο 2021, είναι ουσιαστικά μια διευρυμένη και αναβαθμισμένη έκδοση της έκθεσης που είχε συντάξει ο Gus Speth για λογαριασμό της οργάνωσης Children’s Climate στην υπόθεση “Juliana v. United States”. Με την έκθεση εκείνη είχε στηρίξει την αγωγή της οργάνωσης εναντίον της αμερικανικής κυβέρνησης για παράβαση της συνταγματική υποχρέωσής της να προστατεύσει το δικαίωμα στη ζωή, την ελευθερία και την ιδιοκτησία, διότι «εν γνώσει της διαιωνίζει τη χρήση ενός ενεργειακού συστήματος που βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα παρότι είναι γνωστές εδώ και πολύ καιρό οι δυσμενείς επιπτώσεις του».
Ο Gus Speth είναι πρώην Καθηγητής στη Νομική Σχολή του Βερμόντ, κοσμήτορας στη Σχολή Περιβαλλοντικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Yale, ιδρυτής και πρώην πρόεδρος του World Resources Institute. Έχει διατελέσει σύμβουλος των Προέδρων Jimmy Carter και Bill Clinton ως μέλος επιτροπών με αντικείμενο την προστασία του περιβάλλοντος, τη διαχείριση των φυσικών πόρων και την ενέργεια. Μεταξύ πολλών άλλων, εκπροσώπησε τις ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη ως συντονιστής του Προγράμματος για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη την περίοδο 1993-1999. Είναι συγγραφέας επτά βιβλίων.
the Clima21 Team