Τα αιολικά πάρκα, όπως και πολλές άλλες εγκαταστάσεις, μπορούν να χωροθετηθούν μέσα σε δάση και δασικές εκτάσεις. Επομένως, δεν υφίσταται κανένας λόγος ή κίνητρο να καεί ένα δασικό οικοσύστημα για να πραγματοποιηθεί μια επένδυση, που ούτως ή άλλως επιτρέπεται στην έκταση αυτή. Αυτό ορίζει ο νόμος αλλά και το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο έχει σχετικώς αποφανθεί. Η περίπτωση της Καρυστίας τεκμηριώνει ότι δεν υπάρχει συσχέτιση αιολικών πάρκων και πυρκαγιών.
Και όμως, κατά καιρούς εμφανίζονται στον δημόσιο λόγο θεωρίες συνομωσίας που προσπαθούν να συσχετίσουν τα αιολικά πάρκα με τις πυρκαγιές. Υποστηρίζουν ατεκμηρίωτα την άκρως συκοφαντική και ανήθικη άποψη ότι οι δασικές πυρκαγιές προκαλούνται για να εγκατασταθούν στη συνέχεια ανεμογεννήτριες στον τόπο της καταστροφής. Η παράλογη «δαιμονοποίηση» της αιολικής ενέργειας υπονομεύει την ενεργειακή μετάβαση σε μια εποχή που η ενεργειακή ανεξαρτησία, η εξασφάλιση φθηνής εγχώριας ενέργειας και η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης είναι εξαιρετικά σημαντικά.
Για κάθε στοιχειωδώς καλόπιστο πολίτη η συσχέτιση των πυρκαγιών και της αιολικής ενέργειας είναι εξωφρενική, για μια σειρά από λόγους κοινής λογικής. Πρώτον, γιατί η ισχύουσα νομοθεσία (άρθρα 45-57 του νόμου 998/1979) έχει καθορίσει το είδος των έργων που επιτρέπεται να εγκαθίστανται εντός δασών και δασικών εκτάσεων. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και έργα Α.Π.Ε., δηλαδή και αιολικά πάρκα, κατόπιν φυσικά ειδικής μελέτης και άδειας. Το σύννομο της δυνατότητας αυτής έχει κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας σε πολλές αποφάσεις του. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει κανένας λόγος ή κίνητρο αυτού του είδους για έναν επίδοξο εμπρηστή.
Αντιθέτως, η καταστροφή μιας δασικής έκτασης οδηγεί υποχρεωτικά στην άμεση κήρυξή της ως αναδασωτέας. Αυτό συνεπάγεται, εύλογα, αυξημένες προϋποθέσεις και περισσότερους όρους για την εγκατάσταση εντός αυτής και ενός επιτρεπόμενου έργου, όπως τα αιολικά πάρκα.Άρα, μια πυρκαγιά όχι μόνο δεν διευκολύνει την εγκατάσταση ενός αιολικού πάρκου, αλλά αντιθέτως αυξάνει το βαθμό δυσκολίας τόσο ως προς το εύρος των απαραίτητων μελετών, όσο και ως προς τα έργα που πρέπει να γίνουν μετά. Τα παραπάνω απολύτως εύλογα επιχειρήματα θα αρκούσαν για να σταματήσει οριστικώς κάθε σχετική συκοφαντία.
Η περίπτωση της Καρυστίας
Προς περαιτέρω απόδειξη, μπορεί να εξεταστεί η περίπτωση της Καρυστίας. Από τα δεδομένα που έχουν δημοσιευθεί για τις φωτιές στη νότια Εύβοια κατά την τελευταία 20ετία και για τα αιολικά πάρκα που έγινε προσπάθεια να συσχετισθούν με αυτές, προκύπτει [1] με βάση τα στοιχεία του Αστεροσκοπείου Αθηνών ότι όλα τα σημεία από τα οποία ξεκίνησαν οι πυρκαγιές βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση (έως και 10χλμ) από τα αιολικά πάρκα. Αυτά φαίνονται στον παρακάτω πίνακα:
Επιπλέον, αν δει κάποιος τις περιοχές στις οποίες έφθασε τελικά (μετά από ώρες ή ημέρες) η κάθε πυρκαγιά, τότε διαπιστώνει ότι η συντριπτική έκταση των αιολικών πάρκων είναι εκτός των περιοχών αυτών που κάηκαν. Αυτόπροκύπτει από την σύγκριση των χαρτών του συνόλου των εκτάσεων όλων των πυρκαγιών της εικοσαετίας[2] και των αιολικών πάρκων[3], που φαίνονται στους παρακάτω χάρτες. Στον πρώτο (με ανοιχτό πράσινο) φαίνονται οι θέσεις των πυρκαγιών και στον δεύτερο (με σκούρο χρώμα) οι θέσεις των αιολικών πάρκων.
Σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει καμία στατιστική συσχέτιση του πλήθους των πυρκαγιών και της αιολικής ισχύος που εγκαθίσταται κάθε έτος στην Καρυστία, όπως φαίνεται εποπτικά στο ακόλουθο διάγραμμα.
H συσχέτιση μεταξύ πλήθους πυρκαγιών και εγκατεστημένης αιολικής ισχύος είναι μηδενική, αφού αν υπολογιστεί με βάση τους κανόνες της στατιστικής ο συντελεστής συσχέτισης R2 αυτός είναι πρακτικά μηδενικός (R2 = 0,00002).
Οι εκτάσεις στις οποίες έχει πραγματοποιηθεί αλλαγή χρήσης (κατά Corine) μεταξύ των εκδόσεων 2006-2012 και 2012-2018 είναι ελάχιστες και διάσπαρτες. Κατά την περίοδο αυτών των αλλαγών (2006-2012/18) καμία νέα ανεμογεννήτρια δεν εγκαταστάθηκε στις εκτάσεις αυτές και επομένως ακόμα και αυτές οι λίγες αλλαγές χρήσης δεν οφείλονται στα αιολικά.
Θα πρέπει ακόμα να προσθέσουμε ότι τα αιολικά πάρκα όχι μόνο δεν απειλούν αλλά αντιθέτως προστατεύουν το δασικό περιβάλλον, καθώς αποτελούν σημαντικότατο «όπλο» ενάντια στην κλιματική αλλαγή, η οποία άλλωστε απειλεί και τα δάση. Είναι ενδεικτικό ότι τα αιολικά πάρκα που λειτουργούν στην Ελλάδα εξοικονομούν CO2 αντίστοιχο με αυτό που εκπέμπει το 73% των αυτοκινήτων της χώρας. Επιπλέον, με τα έργα που εκτελούνται τόσο εντός της θέσης του πάρκου (διανοίξεις δρόμων, αντιπυρικές ζώνες, αποκαταστάσεις) όσο και στην ευρύτερη περιοχή του (αναδασώσεις, δασοτεχνικά έργα κ.α.), τα οποία υλοποιούνται πάντα με την επίβλεψη και τις προδιαγραφές των δασικών υπηρεσιών, προστατεύεται και αναβαθμίζεται στις περισσότερες περιπτώσεις το δασικό περιβάλλον κάθε περιοχής.
Σήμερα υπάρχουν πλήθος επιστημονικών στοιχείων που συσχετίζουν την επίδραση της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής με την εμφάνιση καιρικών συνθηκών που ευνοούν την ανάφλεξη και μεγάλη επέκταση των δασικών πυρκαγιών (fire weather).
Μια από τις πιο έγκυρες και πλέον πρόσφατες σχετικές διεθνείς δημοσιεύσεις (στην οποία μετείχαν γνωστοί επιστήμονες από τις ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία, Γερμανία, Ολλανδία, Αυστραλία, Ισπανία, μεταξύ των οποίων και ο Έλληνας John T. Abatzoglou, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας) είναι η μελέτη Global and regional trends and drivers of fire under climate change[4]. Στη συγκεκριμένη μελέτη μεταξύ άλλων αποδεικνύεται η ισχυρή συσχέτιση που παρατηρείται στα μεσογειακά οικοσυστήματα, αλλά και την Ελλάδα ειδικότερα, μεταξύ καιρικών συνθηκών ευνοϊκών για τη δημιουργία πυρκαγιών (fire weather) και καμένων εκτάσεων, στηριζόμενη στην ανάλυση πλήθους δεδομένων με επιστημονική μέθοδο.
Σημείωση: Περισσότερα για όλα αυτά στην πρωτοβουλία ask4wind.
[1] Για περισσότερα βλ. https://eletaen.gr/pyrkagies/
[2] Πηγή: Πλατφόρμα του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών http://ocean.space.noa.gr/diachronic_bsm/
[3] Πηγή: Γεωπληροφοριακός χάρτης της ΡΑΕ, https://geo.rae.gr/
[4] Jones, M. W., Abatzoglou, J. T., Veraverbeke, S., Andela, N., Lasslop, G., Forkel, M., et al. (2022). Global and regional trends and drivers of fire under climate change. Reviews of Geophysics, 60, e2020RG000726. https://doi.org/10.1029/2020RG000726