Την ώρα που ο πλανήτης συζητά την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα, η Ινδία αντιμετωπίζει ένα δυσεπίλυτο ενεργειακό πρόβλημα, όχι ασυνήθιστο στις αναπτυσσόμενες χώρες: Το πώς θα αυξήσει γρήγορα το ενεργειακό της δυναμικό προκειμένου να καλύψει τις αυξανόμενες παραγωγικές της ανάγκες της.
Η χρονική σύμπτωση ήταν εντυπωσιακή: Στις 11 Δεκεμβρίου, την ημέρα που η COP28 επεξεργαζόταν στο Ντουμπάι το τελικό ανακοινωθέν της Διάσκεψης για το Κλίμα, η ινδική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι πρόκειται να διπλασιάσει την παραγωγή άνθρακα, φθάνοντας το 1.5 δισεκατομμύριο τόνους το 2030.
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 22 Δεκεμβρίου, ο υπουργός Ενέργειας Raj Kumar Singh παρουσίασε ένα πλάνο που προσθέτει 88 GW θερμοηλεκτρικής ενέργειας, κυρίως με καύση άνθρακα, μέχρι το 2032.
Η απόφαση αυτή για επενδύσεις στο πιο «εχθρικό» καύσιμο του κόσμου μπορεί να φαίνεται αντιφατική για μια χώρα εξαιρετικά ευάλωτη στην κλιματική κρίση. Όμως, η Ινδία οδεύει προς τις εκλογές τον Απρίλιο και τον Μάιο, και ο πρωθυπουργός Narendra Modi θέλει να αποφύγει τον κίνδυνο blackout λόγω ελλείψεων ενέργειας. Τα δύο τελευταία χρόνια, η χώρα δοκιμάζεται από ρεκόρ καύσωνα, ενώ παράλληλα η ζήτηση ρεύματος εκτοξεύεται.
Η πολιτική της Ινδίας είναι να επενδύει στα πάντα, και σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά επίσης και σε άνθρακα και άλλα ορυκτά καύσιμα, λέει ο Sandeep Pai, διευθυντής της οργάνωσης Swaniti Global που ασχολείται με το κλίμα. «Και όλα αυτά με τη δικαιολογία της αυξανόμενης ζήτησης».
Ωστόσο, στον τομέα των ΑΠΕ, η Ινδία δεν πετυχαίνει τον φιλόδοξο στόχο της για 500 GW έως το 2030. Οι ρυθμοί εγκατάστασης ηλιακών και αιολικών συστημάτων τα τελευταία χρόνια είναι περίπου το ένα τρίτο του στόχου, σύμφωνα με το BloombergNEF.
Η καθυστέρηση οφείλεται σε συνδυασμό παραγόντων, με κυριότερους τα λανθασμένα κίνητρα προς τους δημόσιους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας, η δυσκολία απόκτησης της απαραίτητης γης, και η έλλειψη σταθερής πολιτικής σε ομοσπονδιακό και κρατικό επίπεδο. Ως αποτέλεσμα, παρόλο που η ζήτηση για ενέργεια συνεχώς αυξάνεται, οι ιδιώτες επενδυτές δεν κινητοποιούνται προκειμένου να επιταχύνουν τις επενδύσεις τους σε ΑΠΕ.
Τα πράγματα, όμως, δεν θα κυλήσουν ομαλά ούτε για τον άνθρακα, τομέας που αντιμετωπίζει παρόμοιες προκλήσεις στην προσέλκυση νέων επενδύσεων. «Οι σταθμοί ηλιακής και αιολικής ενέργειας μπορούν να κατασκευαστούν γρήγορα, ενώ τα θερμοηλεκτρικά εργοστάσια απαιτούν πολύ περισσότερο χρόνο και με υψηλότερο κόστος», εξηγεί ο Vibhuti Garg, διευθυντής Νότιας Ασίας του Ινστιτούτου Ενεργειακής Οικονομίας και Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η χώρα δεν θα πετύχει τους στόχους της, αλλά θα ξεπεράσει το 1,1 δισεκατομμύριο τόνους άνθρακα πριν από το 2040.
Αυτό που χρειάζεται είναι επενδύσεις στην ενεργειακή της υποδομή, καθώς η χώρα με το χαμηλότερο μεσαίο εισόδημα αναζητά οικονομική ανάπτυξη. Αυτή τη στιγμή, η κατά κεφαλήν κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ινδία είναι πολύ χαμηλότερη από εκείνη στις ανεπτυγμένες χώρες ή ακόμα και από την Κίνα. Και απέχει ακόμη πολύ από το να εξαντλήσει το μερίδιό της στον παγκόσμιο προϋπολογισμό άνθρακα. Όπως και άλλες μεγάλες αναπτυσσόμενες χώρες, χρειάζεται επίσης περισσότερη ώθηση για να επιλέξει έναν πιο «πράσινο» δρόμο.
Σύμφωνα με τον υπουργό Περιβάλλοντος Bhupendra Yadav, «ο κόσμος μπορεί να έχει συμφωνήσει να απομακρυνθεί από τα ορυκτά καύσιμα, ωστόσο δεν έχει βρει αποτελεσματικούς τρόπους για να βοηθήσει χώρες όπως η Ινδία να τα αντικαταστήσουν. Αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι πρέπει να μοιράζουν λεφτά οι πλούσιες χώρες, αλλά να επιλέγουν καλύτερες πολιτικές, μεταφορά τεχνολογίας και αναβάθμιση δεξιοτήτων.
Ο Sandeep Pai συμφωνεί: «Η Ινδία χρειάζεται κίνητρα για να φύγει από τον άνθρακα. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι ο κόσμος πραγματικά δεν προσφέρει αρκετά ούτε στην Ινδία ούτε σε οποιαδήποτε άλλη αναπτυσσόμενη χώρα».
———————
Στη φωτογραφία: Καύσωνες και ξηρασία προκαλούν λειψυδρία στην Ινδία. Οι κάτοικοι αναγκάζονται να προμηθευτούν νερό από βυτιοφόρο στην παραγκούπολη Kusumpur Pahari στο Νέο Δελχί, κατά τη διάρκεια του καύσωνα του 2022. Πηγή: Bloomberg