Τώρα ζούμε στον αστερισμό των πυρκαγιών. Δύο μήνες τον χρόνο οδυρόμαστε για τις απώλειες χωριών, δασών, ζώων και τοπίων. Τους υπόλοιπους δέκα μήνες ξεχνάμε τις φωτιές και απεχθανόμαστε τις ανεμογεννήτριες, το πιο ισχυρό όπλο κατά της κλιματικής αλλαγής. Εν τούτοις, το δίλημμα «καύσωνες ή ανεμογεννήτριες;» (βλέπε και το σχετικό άρθρο παρακάτω) είναι αμείλικτο.
Σημαντικές οι φετινές καμένες δασικές εκτάσεις, όχι όμως πρωτοφανείς. Μέχρι τώρα, η χρονιά κατατάσσεται στην 3η ή στην 4η θέση των τελευταίων δεκαετιών. Μακράν χειρότερη ήταν το 2007, με την εφιαλτική καταστροφή 2257 τετραγωνικών χιλιομέτρων δασικών εκτάσεων, ενώ οι ετήσιες απώλειες το 1985, 1988, 2000 και 2021 ήταν πάνω από 1000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Για τον ακριβή υπολογισμό δεν αρκεί η δορυφορική απεικόνιση της περιμέτρου των καμένων εκτάσεων, χρειάζεται να αφαιρεθούν, μετά από επιτόπια έρευνα, οι θύλακες που δεν έχουν καεί. Επίσης, για να είναι συγκρίσιμες οι εκτιμήσεις, στις καμένες δασικές εκτάσεις δεν πρέπει να συνυπολογίζονται οι καμένες αγροτικές εκτάσεις.
Δύο ζητήματα όμως εντείνουν την ανησυχία: Ένα, ότι τα τελευταία 45 χρόνια, ο μέσος όρος καμένων εκτάσεων είναι σημαντικά αυξημένος, σε σχέση με τα πρώτα 20 χρόνια, από το 1957, που υπάρχουν καταγραφές της Δασικής Υπηρεσίας. Πιθανές αιτίες οι συχνότεροι καύσωνες, κάποιοι εμπρησμοί με σκοπό την οικοπεδοποίηση, αλλά και η εγκατάλειψη – λόγω της αλλαγής του μοντέλου της οικονομικής ανάπτυξης – του πευκοδάσους από τους παραδοσιακούς εκμεταλλευτές του (ξυλοκόποι, ρητινοσυλλέκτες, αγρότες κ.λπ.) που τα γνώριζαν καλά και είχαν συμφέρον, αφαιρώντας καύσιμη ύλη, να τα προστατεύσουν.
Το δεύτερο, ότι καίγονται πλέον πευκοδάση και στην Βόρειο Ελλάδα. Σύμφωνα με τις επιστημονικές προβλέψεις, αν δεν μετριασθεί η κλιματική αλλαγή, η Νότια Ελλάδα και τα νησιά θα χάσουν σταδιακά όλα τους τα δάση και θα ερημοποιηθούν μέχρι το τέλος του αιώνα. Φυσικά, αργότερα, οι απώλειες δασών θα επεκταθούν σε ολόκληρη στη χώρα, με ενδεχόμενη εξαίρεση τα μεγάλα υψόμετρα Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας. Οι εκτεταμένες πυρκαγιές σε Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (ακόμα και στον Έβρο) ίσως δείχνουν επιτάχυνση του φαινομένου. Οι καύσωνες πολλαπλασιάζονται, λόγω κλιματικής αλλαγής, σε συχνότητα και διάρκεια, δημιουργώντας ευνοϊκές καιρικές συνθήκες, ώστε αναφλέξεις, τυχαίες, εξ αμελείας ή σκόπιμες, να καίνε μαζικά την καύσιμη ύλη που συσσωρεύεται επί χρόνια σε όλη την χώρα. Οι κατασβέσεις σε τόσο αντίξοες συνθήκες γίνονται όλο και πιο δύσκολες, παρά τα πολλά τεχνικά μέσα, την αυταπάρνηση και την ευρεία συνδρομή από άλλες χώρες. Λείπει βέβαια και η αποκλειστική καθοδήγηση των πυροσβεστών από πολύ έμπειρους δασολόγους.
Για την προστασία ανθρώπων και περιουσιών, η απαραίτητη χρήση μέτρων έκτακτης ανάγκης, όπως το 112 και οι εκκενώσεις οικισμών, δεν αρκεί. Χρειάζεται άμεση χαρτογράφηση όλων των περιοχών όπου πευκοδάση βρίσκονται σε επαφή με μόνιμους ή παραθεριστικούς οικισμούς, και, ακολούθως, προγράμματα αντικατάστασης, σε μια αρκετά πλατιά ζώνη, της εύφλεκτης βλάστησης με λιγότερο πυρόφιλα φυτά (βελανιδιές, χαρουπιές, λεύκες, πλατάνια κ.λπ.), συμβατά με τα τοπικά οικοσυστήματα και, κατά το δυνατόν, αρδευόμενα.
Το σημαντικότερο μέτρο πρόληψης των δασικών πυρκαγιών, η μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, λείπει από τις πολιτικές ατζέντες. Ποιος ψηφίζει με αυτό το κριτήριο; Μέχρι τώρα, ούτε ο μέσος πολίτης ούτε το πολιτικό σύστημα έχουν πραγματικά αντιληφθεί τις συνέπειές της, δεν συνειδητοποιούν την διάρκεια και την προϊούσα ένταση των επιπτώσεων. Αντιμετωπίζεται σαν παιδική ζημιά, ενώ αντιστοιχεί σε κατάσταση παγκοσμίου πολέμου.
Κίμων Χατζημπίρος