Η Οχρίδα, ηλικίας 2 εκατομμυρίων ετών, είναι ίσως η λίμνη με τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα για το μέγεθός της στον κόσμο. Όμως η ρύπανση και η τουριστική ανάπτυξη στις όχθες της θολώνουν τα περίφημα κρυστάλλινα νερά της και αλλοιώνουν τον οικολογικό της χαρακτήρα.
του Richard Mertens
Είναι ένα ανοιξιάτικο πρωινό και η αρχαιότερη λίμνη γλυκού νερού στην Ευρώπη λαμπυρίζει ακύμαντη και ήρεμη. Πέρα μακριά, τα βουνά υψώνονται σε αποχρώσεις του ροζ και του μωβ, ενώ το νερό καθαρό σαν γυαλί γλύφει τα βότσαλα της παραλίας. Όχι πολύ μακριά, μια πόλη που η ιστορία της ανάγεται στην ελληνική και ρωμαϊκή αρχαιότητα απλώνεται κατά μήκος της ακτής, με τα άσπρα σπίτια της να αστράφτουν.
Η λίμνη Οχρίδα έχει ηλικία σχεδόν 2 εκατομμυρίων ετών. Περιτριγυρισμένη από βουνά στα σύνορα μεταξύ Βόρειας Μακεδονίας και Αλβανίας, είναι μία από τις κάπου 30 αρχαίες λίμνες σε όλο τον κόσμο, γεωλογικά σπάνιες, βαθιές δεξαμενές βιοποικιλότητας και τόποι εξέλιξης.
Η Οχρίδα δεν είναι μεγάλη: έχει μόλις 30 χλμ μήκος, 14 χλμ πλάτος και 288 μέτρα βάθος. Σύμφωνα όμως με τους επιστήμονες, ίσως είναι η πιο ποικιλόμορφη λίμνη στον κόσμο, γεμάτη από ψάρια, σαλιγκάρια, βδέλλες, σκώληκες, φυτοπλαγκτόν, οστρακόδερμακαι πολλά άλλα. Από τα περίπου 1.200 γνωστά αυτόχθονα είδη της, τα 212 από αυτά είναι ενδημικά και δεν απαντώνται πουθενά αλλού.
Όμως η Οχρίδα βρίσκεται σε κίνδυνο απέναντι σε αυξανόμενες απειλές, όπως η υπεραλίευση, η ρύπανση, τα ξένα είδη «εισβολείς», ο ανερχόμενος τουρισμός, η άναρχη δόμηση, η παραμέληση από την πλευρά των αρχών και κυρίως η υπερθέρμανση του πλανήτη.
Επιστήμονες και ντόπιοι ακτιβιστές εκφράζουν την ανησυχία τους. Ο Christian Albrecht, Γερμανός οικολόγος στο Πανεπιστήμιο του Γκάισεν που έχει μελετήσει τη λίμνη, προειδοποιεί για μια «υφέρπουσα κρίση βιοποικιλότητας». Αυτός και άλλοι επιστήμονες ανησυχούν ότι εάν τα προβλήματα της λίμνης συνεχίσουν ανεξέλεγκτα – προβλήματα που επισημαίνονται σε πρόσφατη έκθεση που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο της Ευρώπης από τον Andrej Sovinc, ειδικό σε προστατευόμενες περιοχές της Διεθνούς Ένωσης για τη Διατήρηση της Φύσης – τα ενδημικά είδη θα μειωθούν ή θα εξαφανιστούν. Ο χαρακτήρας της Οχρίδας, λένε οι επιστήμονες, θα μπορούσε να αλλοιωθεί ανεπανόρθωτα.
«Το οικοσύστημα εμφανίζει φυσικά κάποια ανθεκτικότητα», εξηγεί ο Albrecht. «Φρέσκο νερό έρχεται συνεχώς από τα βουνά… Το πρόβλημα είναι αυτό το πλήθος πιέσεων ή στρεσογόνων παραγόντων. Κάποια στιγμή κάθε οικοσύστημα θα βρεθεί σε ένα σημείο καμπής… Πρέπει πραγματικά να ανησυχούμε».
Η Οχρίδα δεν είναι η μόνη τέτοια περίπτωση. Από την Τανγκανίκα στην Ανατολική Αφρική έως τη Βαϊκάλη στη Σιβηρία και την Τιτικάκα στη Νότια Αμερική, οι αρχαίες λίμνες του κόσμου αντιμετωπίζουν παρόμοιες απειλές. Σε ορισμένα μέρη, οι επιστήμονες βλέπουν ήδη μια μείωση των ενδημικών ειδών, συμπεριλαμβανομένου του φυτοπλαγκτόν στη βάση της τροφικής αλυσίδας στη Βαϊκάλη και των μικρών ψαριών του ίδους των κιχλίδων που αφθονούν στη λίμνη Τανγκανίκα και στη γειτονική λίμνη Μαλάουι.
Οι περισσότερες λίμνες του πλανήτη είναι νεαρής ηλικίας -κάτω των 10.000 ετών – και σχηματίστηκαν από παγετώνες. Οι αρχαίες λίμνες, αντίθετα, σχηματίστηκαν από τη μετατόπιση των βουνών, συχνά κατά τη διάρκεια εκατομμυρίων ετών. Ακόμα λιγότερες λίμνες δημιουργήθηκαν γεμίζοντας τους κρατήρες των αστεροειδών που έπληξαν τη γη. Μια έρευνα του 2018 απαρίθμησε 29 αρχαίες λίμνες σε όλο τον κόσμο, με ηλικία από περίπου 130.000 έως περισσότερα από 65 εκατομμύρια χρόνια.
Οι αρχαίες λίμνες ανέκαθεν γοήτευαν τους επιστήμονες χάρη στην αξιόλογη βιοποικιλότητά τους και τον μεγάλο αριθμό ενδημικών ειδών που εξελίχθηκαν – και επέζησαν – σε αυτά τα υδάτινα σώματα κατά τη μακρόχρονη ύπαρξή τους. Οι πρώτες μελέτες επικεντρώθηκαν στην καταγραφή των ειδών. Πιο πρόσφατα, οι επιστήμονες μελετούν την περιβαλλοντική ιστορία των λιμνών, ελπίζοντας να κατανοήσουν καλύτερα πώς η εξέλιξη παρήγαγε τόσα πολλά είδη. Χρησιμοποιώντας διάφορες τεχνικές, όπως η ανάλυση DNA και η λήψη δειγμάτων από ιζήματα, εξετάζουν τους τρόπους με τους οποίους οι προηγούμενες αλλαγές στο κλίμα και τις τοπικές συνθήκες επηρέασαν την εξέλιξη των ειδών. Ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: οι αρχαίες λίμνες έχουν αποτελέσει κοιτίδες νέων ειδών όσο και καταφύγια για υπάρχοντα είδη σε περιόδους αλλαγών.
Υπάρχουν ακόμα πολλά κενά στις γνώσεις μας για τις αρχαίες λίμνες. Λόγω της έκτασης και του βάθους τους είναι σχετικά ανθεκτικές σε μεγάλες αλλαγές, αλλά ταυτόχρονα είναι ευάλωτες, εν μέρει επειδή τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν συσσωρεύονται εδώ και δεκαετίες, συμπεριλαμβανομένης της κλιματικής αλλαγής, της ρύπανσης και της υπεραλίευσης. Επίσης, επειδή οι αρχαίες λίμνες περιέχουν τόσα πολλά είδη που δεν απαντώνται πουθενά αλλού, από τη στιγμή που θα υποβαθμιστούν, δεν μπορούν να αποκατασταθούν πλήρως.
«Αν κάτι χαθεί δεν θα μπορέσουμε ποτέ να το ανακτήσουμε», λέει η Catherine O’Reilly, οικολόγος στο Illinois State University που έχει μελετήσει την κλιματική αλλαγή και την επίδρασή της στους πληθυσμούς των ψαριών στη λίμνη Τανγκανίκα. Εκτός από τον περιορισμό της ρύπανσης και τη μείωση της υπεραλίευσης, οι επιστήμονες έχουν προτείνει να υπάρξει μεγαλύτερη προστασία σε τμήματα των λιμνών που είναι είτε αντιπροσωπευτικά του συνόλου είτε εξαιρετικά υψηλής βιοποικιλότητας.
Η Βόρεια Μακεδονία είναι μια από τις φτωχότερες χώρες της Ευρώπης, με υψηλή ανεργία, χαμηλούς μισθούς και λίγους πόρους. Ο τουρισμός είναι ένας από τους λίγους τρόπους ενίσχυσης της οικονομίας της τα τελευταία χρόνια. Οι επισκέπτες έρχονται για να απολαύσουν την ομορφιά της Οχρίδας, αλλά και επειδή οι τιμές είναι σχετικά προσιτές.Για τη φιλοξενία και την προσέλκυση αυτών των επισκεπτών, νέα ξενοδοχεία, διαμερίσματα και εστιατόρια έχουν χτιστεί και κατασκευάζονται ακόμη κοντά στη λίμνη, παρά την απαγόρευση νέων κατασκευών σε απόσταση 50 μέτρων από την ακτή. Τα καινούργια κτίρια, μαζί με τις νέες μαρίνες και την αύξηση της κυκλοφορίας σκαφών, έχουν καταστρέψει ή βλάψει τους βιότοπους, όπως έλη και καλαμιώνες, σε πολλές περιοχές.
Η ρύπανση έχει επίσης αυξηθεί από τα ελαττωματικά δημόσια συστήματα επεξεργασίας λυμάτων — και μερικές φορές από τα δίκτυα αποχέτευσης που αδειάζουν απευθείας στο νερό — και από τη γεωργική ρύπανση. Λόγω του ευτροφισμού τα άλγη συσσωρεύονται στον βραχώδη πυθμένα κοντά σε κατοικημένες περιοχές, θολώνοντας τα νερά και υποβαθμίζοντας το υδάτινο περιβάλλον όπου ζουν τα αυτόχθονα είδη.
Η λίμνη Οχρίδα και άλλες αρχαίες λίμνες είναι ολιγοτροφικές ή χαμηλές σε θρεπτικά συστατικά, γεγονός που εξηγεί την αξιοσημείωτη διαύγειά τους. Οι ολιγοτροφικές λίμνες είναι επίσης πλούσιες σε οξυγόνο – και ζωή – σε όλο το βάθος τους μέχρι τον πυθμένα. Όμως, κατά τη διάρκεια δεκαετιών, η διαύγεια του νερού της Οχρίδας έχει μειωθεί. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι η ορατότητα είχε περιοριστεί από τα 16 μέτρα το 1920 σε 13 πόδια το 2005. Οι επιστήμονες έχουν παρατηρήσει επίσης αλλαγές στη σύνθεση των ειδών στα βαθύτερα νερά, όπως για παράδειγμα η ανάπτυξη φυκών στα βαθύτερα σημεία και η αύξηση των ψαριών που τρέφονται με αυτά, η ποικιλία ορισμένων μυδιών έχει μειωθεί και κάποια είδη σαλιγκαριών έχουν γίνει σπάνια.
Το πιο διάσημο είδος στην περιοχή είναι η πέστροφα της Οχρίδας. Είναι ενδημικό και αγαπημένος μεζές από χρόνια στα τοπικά τραπέζια. Αλλά η υπεραλίευση έχει μειώσει τόσο πολύ τον αριθμό της που η αλίευσή της είναι πλέον παράνομη από την πλευρά της Βόρειας Μακεδονίας, αν και λέγεται ότι το παράνομο ψάρεμα είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Ταυτόχρονα, η πέστροφα της Οχρίδας έχει να αντιμετωπίσει επτά ξένα είδη ψαριών, συμπεριλαμβανομένης της ιριδίζουσας πέστροφας. Κι άλλα ξένα είδη έχουν εισβάλει στη λίμνη, όπως δύο νέα είδη σαλιγκαριών, αν και αυτά δεν έχουν ακόμη εκτοπίσει κανέναν από τους ιθαγενείς. Πιο ανησυχητική μπορεί να είναι η παρουσία των μυδιών ζέβρας και κουάγκα, που προέρχονται από τη Μαύρη Θάλασσα, τα οποία έχουν προκαλέσει μεγάλη οικολογική ζημιά στις Μεγάλες Λίμνες, της Βόρειας Αμερικής. Αυτά θα μπορούσαν εύκολα να φτάσουν στη λίμνη της Οχρίδας κολλημένα σε μια βάρκα, σε έναν κουβά με δόλωμα ή σε κάποιο εργαλείο. «Για μένα είναι απλώς θέμα χρόνου», λέει ο Albrecht. «Και τι συμβαίνει όταν συναντούν τα γηγενή μύδια;»
Τα γαστερόποδα, οικογένεια που περιέχει σαλιγκάρια και γυμνοσάλιαγκες, είναι από τα πιο ποικιλόμορφα είδη στη λίμνη. Οι επιστήμονες έχουν μετρήσει 68 είδη σαλιγκαριών, τα τρία τέταρτα από τα οποία είναι ενδημικά. Αλλά για αυτούς τους μικροσκοπικούς οργανισμούς, ακόμη και μικρές αλλαγές – όπως οι αποικίες φυκιών στους βράχους – μπορεί να προκαλέσουν μεγάλες αλλαγές, εξηγεί ο Albrecht. «Εκεί που υπήρχε ένα λιβάδι με υδρόβια φυτά, ξαφνικά συναντάς ένα δάσος από άλγη. Αυτές οι αλλαγές είναι δραστικές και σίγουρα μπορούν να οδηγήσουν στην εξαφάνιση και την υποβάθμιση αυτών των ζώων».
Η κλιματική αλλαγή αποτελεί ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση. Οι επιστήμονες φοβούνται ότι η αύξηση της θερμοκρασίας της επιφάνειας θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη διαστρωμάτωση του νερού και λιγότερη ανάμειξη, στερώντας το οξυγόνο από τα μεγαλύτερα βάθη, και θέτοντας σε κίνδυνο τα είδη που ζουν εκεί. Η ρύπανση από συστατικά όπως ο φώσφορος από τα λύματα ενισχύει αυτό το φαινόμενο μειώνοντας περαιτέρω τα επίπεδα οξυγόνου. Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι εάν οι θερμοκρασίες αυξηθούν όπως προβλέπεται μέχρι το τέλος του αιώνα, η ρύπανση από φωσφορικά στην Οχρίδα θα πρέπει να περιοριστεί στο μισό για να μη μειωθεί το οξυγόνο τόσο πολύ στα βαθύτερα σημεία της λίμνης που να μη μπορούν να επιβιώσουν τα πλάσματα εκεί.
Η Οχρίδα δεν είναι χωρίς τους υπερασπιστές της. Το τοπικό περιβαλλοντικό κίνημα είναι μικρό αλλά αποφασιστικό, τα μέλη του λίγα αλλά βαθιά συνδεδεμένα με τη λίμνη. Ο Nikola Paskali είναι ένας από αυτούς. Δύτης, λάτρης της αρχαιολογίας και οικολόγος, έχει περάσει χρόνια εξερευνώντας τη λίμνη. Πρόσφατα έφτιαξε μια σειρά βίντεο για μαθητές, με χορηγία των Ηνωμένων Εθνών, για να επιστήσει την προσοχή στα προβλήματα.
Αλλά η προσπάθεια είναι δύσκολη σε μια χώρα τόσο φτωχή όπως η Βόρεια Μακεδονία, όπως σημειώνει. «Άμα διορθώσουμε τα κοινωνικά προβλήματα, μετά θα μπορέσουμε να διορθώσουμε και τα οικολογικά προβλήματα της λίμνης».
Στους πιο δραστήριους ακτιβιστές περιλαμβάνονται και τα μέλη της Οχρίδας SOS, μιας μικρής ομάδας που προσπαθεί να αναδείξει τα προβλήματα της λίμνης – συμπεριλαμβανομένης της παράνομης οικοδόμησης και της υποβάθμισης του τελευταίου ανέπαφου υγροτόπου της λίμνης. Αλλά η πολιτική δράση είναι επικίνδυνη, όπως λέει η Katerina Vasileska, ξεναγός και μέλος της ομάδας. Κάποιοι άνθρωποι αρχίζουν να ενδιαφέρονται περισσότερο για το περιβάλλον και τη δουλειά της ομάδας Οχρίδα SOS, εξηγεί, αλλά φοβούνται να μιλήσουν ή να επικρίνουν την κυβερνητική αδράνεια από φόβο μήπως μπλέξουν με τις τοπικές αρχές ή χάσουν τις δουλειές τους. (Ο Δήμος της Οχρίδας αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο.) «Οι άνθρωποι είναι πιο ενημερωμένοι», λέει η Vasileska, «αλλά δεν είναι πρόθυμοι να αγωνιστούν. Τηρούν παθητική στάση».
Η Dusica Ilek-Boeva, βιολόγος στο Υδροβιολογικό Ινστιτούτο PSI της Οχρίδας, ερευνητικό κέντρο που ιδρύθηκε στη λίμνη το 1935, είναι πιο αισιόδοξη. Είναι επίσης δασκάλα και διοργάνωσε μια επίσκεψη μιας ομάδας μαθητών της από την πρωτεύουσα, τα Σκόπια, τρεις ώρες μακριά, στο οικοσύστημα της λίμνης Οχρίδας. Τους εξήγησε πώς λειτουργεί η τροφική αλυσίδα χρησιμοποιώντας ένα διάγραμμα στον υπολογιστή και οι μαθητές μελέτησαν δείγματα ιζημάτων καθώς και τους μικροσκοπικούς οργανισμούς που συμβάλλουν στην τεράστια βιοποικιλότητα της Οχρίδας.
Η Ilek-Boeva είναι ευχαριστημένη. Πιστεύει ότι η επόμενη γενιά θα τα πάει καλύτερα. «Αυτή η λίμνη υπάρχει εδώ και 2 εκατομμύρια χρόνια. Ελπίζω να εξακολουθήσει να υπάρχει και αφού φύγουμε εμείς».
Ο Richard Mertens είναι δημοσιογράφος. Έχει εργαστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βοσνία, το Κόσοβο και την Τουρκία.
Πηγή: Yale Environment360